Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος

Αριστερά: Ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος. 15ος αιώνας, (ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΩΝΑΡΑ, - MUTINENSIS GR.122, F.294R, BIBLIOTECA ESTENSE UNIVERSITARIA, MODENA).
Δεξιά επάνω: Σχέδιο των αδελφών Fossati του ψηφιδωτού του Ιωάννη Ε’ που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της μεγάλης ανατολικής καμάρας στην Αγιά Σοφιά. Χρονολογείται περίπου το 1354.
Δεξιά κάτω: Ακριβώς πίσω από το καλώδιο και πάνω από ένα κομμάτι ζωγραφισμένου γύψου (μέσα στον κίτρινο κύκλο), είναι η εικόνα του κεφαλιού του Ιωάννη Παλαιολόγου στην Αγιά Σοφιά, με γένια, στέμμα και φωτοστέφανο.
Ο Ιωάννης Ε’ ήταν γιος του Ανδρόνικου Γ’ και γαμπρός του Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού. Γεννήθηκε στο Διδυμότειχο, στις 18 Ιουνίου 1332 και διαδέχθηκε τον πατέρα του το 1341, στην ηλικία των εννέα ετών. Η απρονοησία του Ανδρόνικου Γ’ να ορίσει διάδοχο έφερε το κράτος σε ένα επικίνδυνο καθεστώς ακυβερνησίας. Ο ανήλικος Ιωάννης Ε' δεν είχε στεφθεί συν-αυτοκράτορας και έτσι δημιουργήθηκε σοβαρό πολιτικό πρόβλημα, το οποίο έσπευσαν να εκμεταλλευτούν διάφοροι παράγοντες της εξουσίας, όπως η Αυτοκράτειρα και χήρα του Ανδρόνικου Άννα της Σαβοΐας, ο φιλόδοξος Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο στρατηγός Αλέξιος Απόκαυκος. Μόνος εγγυητής της ομαλότητας σε αυτό το χάος ήταν ο έντιμος και πιστός Ιωάννης Καντακουζηνός, ο οποίος είχε σταθεί στο πλευρό του αυτοκράτορα μέχρι το τέλος, και ο οποίος αρχικά προσπάθησε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του νεαρού Ιωάννη, στο τέλος όμως βρέθηκε αντιμέτωπος μαζί του.
Ο Ιωάννης Ε’ ήταν βασιλιάς για 4 μη διαδοχικές περιόδους: Από το 1341 μέχρι το 1347, ήταν υπό την επιτροπεία του Καντακουζηνού, μετά από εμφύλιο πόλεμο που προκάλεσε ο αντιβασιλέας τότε Καντακουζηνός και ο οποίος με τη βοήθεια των Τούρκων έγινε αυτοκράτορας για 7 χρόνια. Ο Ιωάννης Ε’ έγινε κανονικός αυτοκράτορας μεταξύ 1354 και 1376. Ο γιος του όμως Ανδρόνικος Δ’ Παλαιολόγος του άρπαξε το θρόνο μεταξύ 1376-1379. Εκθρονισθείς από το γιο του, επέστρεψε το 1379. Το 1390 ο εγγονός του, Ιωάννης Ζ’, σφετερίστηκε προσωρινά το θρόνο.
Ο Ιωάννης Ε’ ήταν αδύναμος και ανίκανος. Ένας ηγεμόνας χωρίς ισχύ, κύρος και περηφάνια που δεν έλεγε να φύγει. Η ζωή του, μια σειρά από ταπεινώσεις. Ταπεινώθηκε πάρα πολλές φορές: από τον Πάπα, τους Ενετούς, τους Βούλγαρους, τους Τούρκους αλλά και το σόι του.
Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή…
Εξ αιτίας της  απρονοησίας του Ανδρόνικου Γ’ να ορίσει διάδοχο, ξεκινά εμφύλιος πόλεμος το 1341 και στη διάρκειά του οι αντίπαλες πλευρές αναγκάστηκαν να συνάψουν συμμαχίες με εχθρούς του Βυζαντίου, όπως το Στέφανο Δουσάν της Σερβίας ο οποίος άλλαξε στρατόπεδα κατά τα ίδια συμφέροντα, αλλά ακόμα και τους ίδιους τους Τούρκους, τους οποίους έφεραν ως επιδιαιτητές οι ίδιοι οι Βυζαντινοί στην καθαρά εσωτερική αυτή υπόθεση. Παράλληλα, ξόδεψαν κάθε ίχνος χρυσού που υπήρχε διαθέσιμο, με χαρακτηριστικό δείγμα την κατάθεση των αυτοκρατορικών κοσμημάτων σε βενετικό ενεχυροδανειστήριο από την Άννα της Σαβοίας έναντι ευτελούς ποσού.
Η διαμάχη τελείωσε το 1347, με πρώτο αυτοκράτορα τον ανήλικο Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο και συν-αυτοκράτορα τον Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, όμως, έληξαν οριστικά μόνο όταν ο δεύτερος παραιτήθηκε από το θρόνο το 1354, και εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ, αφήνοντας μόνο ηγέτη το νεαρό Παλαιολόγο.
Μετά την εκούσια παραίτηση του Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού, ο Ιωάννης Ε’ ξεκινά την αυτόνομη διακυβέρνησή του με επιθετική τακτική. Αποφάσισε ότι μοναδικός τρόπος ριζικής αντιμετώπισης του κινδύνου των Τούρκων ήταν η εξολόθρευσή τους. Αρχικά απευθύνθηκε στον Πάπα Ιννοκέντιο το 1355, ζητώντας στρατιωτική βοήθεια, με αντάλλαγμα την υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας στη Ρώμη. Η προσπάθειά του αυτή δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, ούτε ως προς το μέτωπο των Τούρκων, αλλά ούτε σε ό,τι αφορά την ένωση των Εκκλησιών. Εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι προήλαυναν ακάθεκτοι στη Θράκη, τη Μακεδονία, την Αλβανία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Ο αυτοκράτορας αποφάσισε το 1364 να ξεκινήσει νέα διπλωματική προσπάθεια στη Δύση, ξεκινώντας από τον Λουδοβίκο της Ουγγαρίας, στον οποίο πήγε αυτοπροσώπως. Μια τέτοια κίνηση θα ήταν αδιανόητη για έναν Βυζαντινό αυτοκράτορα, όχι όμως για τον ηγέτη του υπό κατάρρευση κράτους του 14ου αιώνα. Ο Ούγγρος ηγεμόνας ζήτησε την άμεση και άνευ όρων υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας ως προαπαίτηση για οποιαδήποτε συμφωνία. Γνωρίζοντας το ανέφικτο μιας τέτοιας δέσμευσης, έφυγε απογοητευμένος, αλλά καθ' οδόν τον περίμεναν νέα δεινά. Οι Βούλγαροι αρνήθηκαν να του επιτρέψουν τη διέλευση, κρατώντας τον ουσιαστικά όμηρο. Μόνο η επέμβαση του εξαδέλφου του Αμεδαίου της Σαβοΐας του εξασφάλισε την επιστροφή.
Το 1367 ξεκίνησε νέα περιοδεία. Προορισμός του η Ρώμη, όπου ήταν αποφασισμένος να δηλώσει την προσωπική του υποταγή στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία, προκειμένου να εξασφαλίσει κάποια βοήθεια. Στη Ρώμη υπέγραψε τις απαραίτητες συμφωνίες και, υποκλινόμενος, προσκύνησε τον πάπα Ουρβανό, φιλώντας του τα πόδια τρεις φορές. Ήταν μια προσωπική πράξη, που δεν αποτελούσε δέσμευση για το λαό του, πολλώ, δε, μάλλον για την έντονα αντιτιθέμενη Ορθόδοξη ιεραρχία. Στη Ρώμη, άφησε αποστολή ιεραρχών, με επικεφαλής το μοναχό Ιωάσαφ, (τον πρώην αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό), ένθερμο υποστηρικτή της ένωσης.
Στην επιστροφή του, πέρασε από τη Βενετία. Εκεί, ο Δόγης Ανδρέα Κονταρίνι τον φιλοξένησε υποτυπωδώς. Στις συνομιλίες τους, συμφώνησαν την επιστροφή των αυτοκρατορικών κοσμημάτων και κάποιες χρηματικές και ναυτικές ενισχύσεις, με αντάλλαγμα τη νήσο Τένεδο. Στη συμφωνία του αυτή αντέδρασε ο πρωτότοκος γιος του Ανδρόνικος Δ’ Παλαιολόγος, ήδη συν-αυτοκράτορας, επηρεασμένος από τους συμμάχους του Γενουάτες. Κατά τη στιγμή της αναχώρησής του από τη Βενετία, διαπίστωσε ότι δεν είχε καν αρκετά χρήματα για το ταξίδι της επιστροφής. Μόνο η εσπευσμένη έλευση του άλλου γιου του Μανουήλ (μετέπειτα αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου), μαζί με ικανό ποσό, μπόρεσε να του εξασφαλίσει την επιστροφή.
Τον ίδιο καιρό, συνεχίζονταν οι δυσμενείς διεθνείς συγκυρίες και κυρίως η προέλαση των Τούρκων. Ήταν τώρα η σειρά των Σέρβων να γνωρίσουν συντριπτικές ήττες, πρώτα στη Μαριτσά το 1371, και αργότερα στο Κόσοβο το 1389. Οι εχθροί των Τούρκων στη Βαλκανική είχαν εξολοθρευτεί. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο Ιωάννης να αναγκαστεί να δηλώσει την υποτέλειά του στο Σουλτάνο Μουράτ Α’, με υποχρεώσεις καταβολής φόρων αλλά και παροχής στρατιωτικών ενισχύσεων κατά τις ανάγκες του. Είναι ίσως από τις πικρότερα ειρωνικές στιγμές του Βυζαντίου, ο αυτοκράτορας που ξεκίνησε αποφασισμένος για την εξόντωση των Τούρκων να καταλήξει μέσα σε είκοσι χρόνια υποτελής τους. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός ότι ο γιος του Μανουήλ, βρέθηκε πολλές φορές όμηρος στα χέρια των Τούρκων.
Την απουσία τού πατέρα του μέχρι το 1369 εκμεταλλεύτηκε ο Ανδρόνικος Δ’ για να κάνει αρχικά αποτυχημένο πραξικόπημα το 1373, αλλά επιτυχημένο το 1376, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας τον Ιωάννη και το Μανουήλ. Το 1379 τους απελευθέρωσαν οι Τούρκοι και οι Βενετοί, σταθερά εχθροί του Ανδρόνικου. Στον Ανδρόνικο Δ’ δόθηκε μια περιοχή στη Σηλυμβρία, όπου βασίλεψε έως το 1385, οπότε και πέθανε.
Ως μέρος της ίδιας συμφωνίας, ο Μανουήλ διορίστηκε κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης. Η πόλη πολιορκήθηκε από το 1383 έως το 1387 από τους Τούρκους, και ο Μανουήλ αποδείχθηκε άξιος υπερασπιστής της. Τη χρονιά αυτή, ο λαός της πόλης ζήτησε να παραδοθεί στον εχθρό και να αποφύγει την παραδοσιακή σφαγή και λεηλασία. Αηδιασμένος ο Μανουήλ από αυτή τη λιποψυχία, εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη και αυτοεξορίστηκε στη Λήμνο.
Το 1390, ο γιος του Ανδρόνικου Δ’, Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος, με την υποστήριξη των Γενουατών, πραγματοποίησε με τη σειρά του πραξικόπημα και έριξε τον παππού του. Το κίνημα όμως αυτό κατεπνίγη γρήγορα και παππούς και εγγονός επέστρεψαν στα καθήκοντά τους ως υποτελείς του Σουλτάνου.
Με ασυγκράτητη την επέλαση των Τούρκων και καμία ουσιαστική επιτυχία, το βυζαντινό κράτος έχει ήδη συρρικνωθεί σε ένα βασίλειο ήσσονος σημασίας. Η τραγική κατάληξη του άλλοτε ένδοξου Βυζαντινού αυτοκράτορα να πολεμάει στο πλευρό των βάρβαρων Ασιατών εχθρών του υπό τις εντολές του Σουλτάνου τους είναι χαρακτηριστικό δείγμα του βάθους της παρακμής. Ο Ιωάννης Ε’ δεν είχε τα φόντα της διαχείρισης μιας τέτοιας κρίσης. Αναρωτιέται όμως κανείς αν ήταν δυνατό να αναστραφεί μια κατάσταση όπως αυτή που αντιμετώπισε και να ανασχεθεί ο καταστροφικός χείμαρρος της βαρβαρικής προέλασης των Τούρκων. Μέσα στο τραγικό αυτό κλίμα και με το βασίλειό του στο χείλος της κατάρρευσης, ο Ιωάννης πέθανε μετά από νευρικό κλονισμό και τραγικά απογοητευμένος στις 16 Φεβρουαρίου του 1391.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου